Πώς είναι η ζωή με βηματοδότη;
Οι μόνιμοι εμφυτεύσιμοι βηματοδότες και απινιδωτές χρησιμοποιούνται στην καρδιολογία τις τελευταίες δεκαετίες για την αντιμετώπιση προβλημάτων στη δημιουργία και μετάδοση του ηλεκτρικού σήματος της καρδιάς, αρρυθμιών απειλητικών για την υγεία και τη ζωή των ασθενών και καρδιακής ανεπάρκειας σε επιλεγμένους ασθενείς. Γράφει ο καρδιολόγος Δημήτριος Καρνάρας Δημήτριος Καρνάρας, Καρδιολόγος και μέλος του Κέντρου Αεροπορικής Ιατρικής (Κ.Α.Ι.) Θεσσαλονίκης. Η τοποθέτηση (εμφύτευση) του βηματοδότη γίνεται με τοπική αναισθησία κάτω από το δέρμα του ασθενούς σε θήκη που ο γιατρός θα διαμορφώσει στον θώρακά του. Τα καλώδια τοποθετούνται μέσα από καθετηριασμό φλέβας στο εσωτερικό της καρδιάς και με το μεταλλικό τους άκρο στερεώνονται μόνιμα. Η τοποθέτηση των καλωδίων αποτελεί και το πιο ευαίσθητο και χρονοβόρο τμήμα της εμφύτευσης του βηματοδότη. Οι βηματοδότες αποτελούνται από τη γεννήτρια (συσκευή), που διαθέτει μπαταρία καθώς και ένα ηλεκτρικό κύκλωμα το οποίο επεξεργάζεται τις πληροφορίες που λαμβάνει από το φυσικό ηλεκτρικό κύκλωμα της καρδιάς και, ανάλογα με τις ρυθμίσεις που διαθέτει, παρεμβαίνει ή ελέγχει την ηλεκτρική δραστηριότητά της και τα ηλεκτρόδια (καλώδια), που συνδέουν τη συσκευή με το εσωτερικό της καρδιάς και είναι από ένα έως τρία. Τι πρέπει να έχει υπόψη του ο ασθενής που φέρει βηματοδότη Το ράμματα στην τομή του δέρματος αφαιρούνται μέσα σε 7-10 ημέρες. Γι’ αυτό το διάστημα θα λάβει οδηγίες για την προστασία από μολύνσεις μέχρι να επουλωθεί η τομή του δέρματος. Δεν πρέπει να ασκείται εξωτερική πίεση στη θέση που βρίσκεται ο βηματοδότης. Στον ασθενή θα δοθεί η ταυτότητα του βηματοδότη, που περιέχει πληροφορίες για τον τύπο του, το πρόγραμμα λειτουργίας του, τον καρδιολόγο που τον τοποθέτησε και την ημερομηνία της εμφύτευσης. Είναι συνετό να έχει αντίγραφα αυτής της ταυτότητας, για να μην ταλαιπωρηθεί σε περίπτωση απώλειάς της. Θα πρέπει να αποφεύγει να…
Διάβασε το »